Περιεχόμενα

 

Οι Καιροί των Εθνών Αναθεωρημένοι

©  Carl Olof Jonsson, Göteborg, Sweden

 

Παράρτημα 2ο

Δανιήλ 1/α: 1,2 και 2/β: 1


Το Δανιήλ α’ 1 κ.λ.π. τοποθετεί χρονικά την πρώτη εκτόπιση Ιουδαίων αιχμαλώτων, από το Ναβουχοδονόσορα, στο ‘τρίτο έτος του Ιωακείμ’. Όπως δείξαμε στο Παράρτημα ‘Α’, σ’ αυτό το χωρίο ο Δανιήλ φαίνεται πως ακολουθεί τη Βαβυλωνιακή μέθοδο μέτρησης των βασιλικών ετών, υπολογίζοντας έτος ενθρόνισης ακόμη και για βασιλείς εκτός της Βαβυλώνας, συμπεριλαμβάνεται και ο Ιωακείμ. Έτσι, το τέταρτο έτος του Ιωακείμ (Ιερ. μς’ 2) καθίσταται τρίτο έτος στο σύστημα υπολογισμού έτους ενθρόνισης και το ίδιο αυτό έτος του Ιωακείμ, με τη σειρά του, αντιστοιχεί στο έτος ενθρόνισης του Ναβουχοδονόσορα. Έτσι φαίνεται πως αυτή η πρώτη εκτόπιση έλαβε χώρα το ίδιο έτος που διεξάχθηκε η φημισμένη μάχη της Χαρκεμίς και προφανώς λίγο μετά από αυτήν, το 605 π.Χ. Κατά συνέπεια, το Δανιήλ α’ 1 κ.λ.π. υποστηρίζει έντονα το συμπέρασμα πως ο Ιούδας καταστάθηκε υποτελής στη Βαβυλώνα δεκαοκτώ χρόνια πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, το 587 π.Χ, επιβεβαιώνοντας το συμπέρασμα ότι τα εβδομήντα χρόνια (Ιερ. κε’ 11, κθ’ 10) θα πρέπει να εννοηθούν ως περίοδος δουλείας, όχι ερήμωσης.

Με σκοπό να υπονομευθεί η ισχύς του Δανιήλ α’ 1, η εταιρία Σκοπιά, μέσα από τις εκδόσεις της, έχει προάγει ποικίλα επιχειρήματα ενάντια στη φυσική και αβίαστη ανάγνωση αυτού του κειμένου. Ήδη από το 1896, ο Πάστορας Κάρολος Τ. Ρώσσελ, γράφοντας στη Σκοπιά του πύργου της Σιών της 15ης Μαΐου, στη σελίδα 106 (Επανέκδοση σελίδα 1976) επιχειρηματολόγησε ενάντια σ’ εκείνους που παρέπεμπαν στο Δανιήλ α’ 1 για να υποστηρίξουν την κοσμική χρονολόγηση της Βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα.

‘Για παράδειγμα, υιοθετούν την αβέβαιη κοσμική χρονολογία, προκειμένου για την έναρξη της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα, στη συνέχεια, αναφέρονται στο Δανιήλ α’ 1, προσδιορίζουν κατά τον τρόπο αυτό το έτος της βασιλείας του Ιωακείμ και αλλοιώνουν άλλα εδάφια ώστε να τα κάνουν να ταιριάξουν. Έπειτα πάλι, εφαρμόζουν τα ‘εβδομήντα έτη’ ως έτη δουλείας και τοποθετούν την έναρξη τους στο τρίτο έτος του Ιωακείμ, ενώ οι Γραφές ομόφωνα διακηρύττουν πως επρόκειτο για έτη ‘ερήμωσης της γης’, ‘χωρίς κάτοικο’. (Ιερ. κε’ 11,12, κθ’ 10, Β’ Χρον. λς’ 21. Δαν. θ’ 2).

Μερικά χρόνια αργότερα, δύο εξέχοντα μέλη της κίνησης του Ρώσσελ, οι Τζων και Νόρτον Έντγκαρ, εξέδωσαν το δίτομο έργο Κείμενα της Μεγάλης Πυραμίδας.[1] Στις σελίδες 31,32 του τόμου ΙΙ, συνοψίζουν τα επιχειρήματα που προβάλλουν ενάντια στη φυσική ανάγνωση του Δανιήλ α’ 1:

1)  Δεν μπορούμε να παραδεχτούμε πως τα εβδομήντα χρόνια ερήμωσης της Ιερουσαλήμ και της γης άρχισαν στο τρίτο έτος του Ιωακείμ γιατί, σύμφωνα με τις Γραφές, η ‘ερήμωση’ υπονοεί ‘χωρίς κάτοικο’, η δε Ιερουσαλήμ και η γη απέμεναν χωρίς κάτοικο μόνο μετά από την εκθρόνιση του Σεδεκία.

2)  (Μία φυσική, κατά γράμμα ανάγνωση του Δανιήλ α’ 1) συγκρούεται με το Δανιήλ β’ 1. Αν ξαναδιαβάσουμε το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του Δανιήλ, θα μας φαινόταν πως οι Εβραιόπαιδες σύρθηκαν αιχμάλωτοι από το Ναβουχοδονόσορα στο 3ο έτος του Ιωακείμ. Επί τρία χρόνια εκπαιδεύονταν στην εκμάθηση της γλώσσας των Χαλδαίων (εδάφια 4,5) ωστόσο, σύμφωνα με το Δανιήλ β’ 1,25 αυτοί φέρθηκαν ενώπιον του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα πριν από το δεύτερο έτος του, είτε στη διάρκεια του, ενώ το εδάφιο 18 του α’ κεφαλαίου δείχνει πως από τρία χρόνια είχαν ήδη παρέλθει.’

Πώς λοιπόν πρέπει να κατανοηθεί το Δανιήλ α’ 1; Οι αδελφοί ΄Εντγκαρ τονίζουν πως πρέπει ‘ένας αριθμός σχολιαστών προτείνουν πως το 3ο έτος του Ιωακείμ πρέπει να κατανοηθεί ως το 3ο έτος της υποτέλειας του Ιωακείμ στο Ναβουχοδονόσορα’, το οποίο ήταν το ενδέκατο και τελευταίο έτος της βασιλείας του [2]. Με τον τρόπο αυτό, η εκτόπιση του Δανιήλ και των άλλων  Εβραίων αιχμαλώτων ταυτίστηκε με την εξορία του Ιωακείμ στο έβδομο έτος του Ναβουχοδονόσορα.

Η εξήγηση όμως αυτή δεν κατάργησε τη φαινομενική σύγκρουση με το Δανιήλ β’ 1 που τοποθετεί χρονικά το όνειρο της εικόνας που είδε ο Ναβουχοδονόσωρ στο δεύτερο έτος του. Στην πραγματικότητα, η σύγκρουση οξύνθηκε. Αν ο Δανιήλ δεν εξορίστηκε στη Βαβυλώνα μέχρι το έβδομο έτος του Ναβουχοδονόσορα, πώς μπορούσε να βρίσκεται στην αυλή του και να διερμηνεύει τα όνειρα του στο δεύτερο έτος του, δηλαδή πέντε χρόνια νωρίτερα; Αυτό απαιτούσε να βρεθεί μια άλλη ερμηνεία και για το Δανιήλ β’ 1. Οι αδελφοί Έντγκαρ πρότειναν πως ο αριθμός ‘2’ είναι λάθος, και ‘προφανώς προήλθε από τον αριθμό 12’.[3] Αργότερα, η Εταιρία Σκοπιά υιοθέτησε τα επιχειρήματα αυτά. Για παράδειγμα, ενσωματώθηκαν στην έκδοση του βιβλιαρίου Η Βίβλος σχετικά με την Επάνοδο του Κυρίου μας [4] το 1922, σελίδες 84-88.

Όμως, η εξήγηση πως το Δανιήλ α’ 1 αναφέρεται στο τρίτο έτος της υποτέλειας του Ιωακείμ στο Ναβουχοδονόσορα –που αντιστοιχεί στο έβδομο έτος της βασιλείας του, δημιουργεί ένα άλλο πρόβλημα. Αν αυτή η υποτέλεια έληξε στο έβδομο έτος του Ναβουχοδονόσορα, τότε, σύμφωνα με το Β’ Βασιλέων κδ’ 1, πρέπει να είχε αρχίσει πριν τρία χρόνια ή στο τέταρτο έτος του Ναβουχοδονόσορα, που ήταν το όγδοο έτος του Ιωακείμ. Όπως αναφέρεται στο Β’ Βασιλέων κγ’ 34-37, ο Ιωακείμ ήταν βασιλέας φόρου υποτελής στην Αίγυπτο προτού καταστεί υποτελής στη Βαβυλώνα. Αυτό σημαίνει πως η υποτέλεια του στην Αίγυπτο εξακολούθησε ως το όγδοο έτος του αν και τόσο το Ιερεμίας μς’ 2 όσο και το βαβυλωνιακό χρονικό (Β. Μ. 21946) δηλώνουν πως ο Ιωακείμ από υποτελής στην Αίγυπτο έγινε υποτελής στην Βαβυλώνα μέσα στο ίδιο έτος –στο έτος της μάχης της Χαρκεμίς- δηλαδή στο τέταρτο έτος του Ιωακείμ. Στο βιβλίο Εξηρτισμένοι εις Παν Έργον Αγαθόν, που εκδόθηκε το 1946, τα επιχειρήματα που προβάλλονται ενάντια στη φυσική ανάγνωση του Δανιήλ α’ 1 αναφέρονται στις σελίδες 225-227. Είναι ενδιαφέρον όμως το γεγονός ότι εδώ τώρα συζητάται η υποτέλεια στην Αίγυπτο:

‘Ο Ιωακείμ είχε αναβιβασθεί στο θρόνο με Αιγυπτιακό διάταγμα και ήταν φόρου υποτελής στην Αίγυπτο για μερικά χρόνια, αλλά όταν η Βαβυλώνα ενίκησε την Αίγυπτο, ο Ιωακείμ περιήλθε υπό τον Βαβυλωνιακό έλεγχο κι έμεινε έτσι για τρία χρόνια, όμως μετά την τριετή αυτή περίοδο υποτέλειας στη Βαβυλώνα, ο Ιουδαίος βασιλιάς εστασίασε’[5]

Εδώ παραδέχονται πως η υποτέλεια του Ιωακείμ στην Αίγυπτο μετατράπηκε σε υποτέλεια στη Βαβυλώνα, όταν η Βαβυλώνα νίκησε την Αίγυπτο. Όμως, το πραγματικό πρόβλημα συγκαλύπτεται, αφού καθόλου δεν μνημονεύεται πως η Αίγυπτος ηττήθηκε στο τέταρτο έτος του Ιωακείμ (Ιερ. μς’ 2) και όχι στο όγδοο έτος του!

Πρέπει επίσης να σημειώσουμε μια ακόμη ενδιαφέρουσα αλλαγή που παρουσιάζεται στο Εξηρτισμένοι εις Παν Έργον Αγαθόν. Αντί να υποστηρίζει την αρχική εικασία πως το ‘δεύτερο έτος’ του Δανιήλ β’ 1 αρχικά ήταν ‘δωδέκατο έτος’, το βιβλίο παρουσιάζει την ακόλουθη ερμηνεία:

‘Ο χρόνος του ενυπνίου τούτου και της ερμηνείας του αναφέρεται ότι ήταν το δεύτερο έτος της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα. Στο δέκατο ένατο έτος της βασιλείας του, ο Ναβουχοδονόσωρ χρησιμοποιήθηκε ως εκτελεστής του Θεού για να καταστρέψει την άπιστη Ιερουσαλήμ και να τερματίσει την ιστορία του Ισραήλ ως ανεξάρτητου θεοκρατικού έθνους. Κατόπιν, ο Ναβουχοδονόσωρ άρχισε να βασιλεύει κατά ένα μοναδικόν τρόπον, ως ο πρώτος των παγκοσμίων αρχόντων των καιρών των Εθνών. Στο δεύτερο έτος της βασιλείας του υπό την ειδικήν αυτήν ιδιότητα, ο Ναβουχοδονόσωρ είδε το ενύπνιο που φανέρωνε το τέλος της οργανώσεως και διακυβερνήσεως του Σατανά και την ανάληψη εξουσίας από τη βασιλεία του Χριστού, όπως αναγράφεται στο β’ κεφάλαιο.’[6]

Έτσι, σύμφωνα με την εξήγηση αυτή, το ‘δεύτερο έτος’ του εδαφίου Δανιήλ β’ 1 ή το ‘δεύτερο έτος’ των καιρών των Εθνών, που υπολογίζονται από το 607 π.Χ, ήταν στην πραγματικότητα το εικοστό έτος της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα. Γιατί ο Δανιήλ χρησιμοποίησε αυτόν τον περίεργο τρόπο υπολογισμού των βασιλικών ετών μόνο σ’ αυτό το χωρίο του βιβλίου του; Κανένα άλλο επιχείρημα δεν προβάλλεται γι’ αυτή τη νέα θέση εκτός από την ακόλουθη δήλωση: ‘Εδώ και πάλι καταδεικνύεται, όπως και στο Δανιήλ α’ 1, η ιδιοτυπία του συγγραφέα να κάνει ένα δευτερεύοντα υπολογισμό των ετών της βασιλείας ενός βασιλιά. Υπολογίζει το χρόνο από γεγονότα που αποτελούν σταθμό μέσα στην βασιλεία, και που θέτουν το βασιλιά σε μια νέα σχέση.’[7]

Η πιο πρόσφατη συζήτηση αυτών των προβλημάτων βρίσκεται στο βοήθημα, σελίδες 879-880. Και εδώ εξακολουθεί να υποστηρίζεται η ερμηνεία πως το Δανιήλ α’ 1 εννοεί το τρίτο έτος της υποτέλειας του Ιωακείμ στη Βαβυλώνα, αρχίζοντας από το τέλος του ογδόου έτους της βασιλείας του και τερματίζοντας στο ενδέκατο και τελευταίο έτος του. Στη σελίδα 1212 του ιδίου έργου, καταβάλλεται προσπάθεια να βρεθεί υποστήριξη γι’ αυτή την άποψη στο βαβυλωνιακό χρονικό (Β.Μ. 21946). Αφού καταγράφει τη μάχη της Χαρκεμίς στο έτος ενθρόνισης του Ναβουχοδονόσορα, αυτό το χρονικό αναφέρεται σε διάφορες διαδοχικές εκστρατείες στη γη Χαττί (Συρο-Παλαιστίνη) που διεξήγαγε ο Ναβουχοδονόσωρ στα πρώτο, δεύτερο, τρίτο και τέταρτο έτη του. Μνημονεύοντας αυτές τις εκστρατείες, το βοήθημα λέει: ’…ίσως στο τέταρτο έτος κατέστησε υποτελή του τον Ιουδαίο βασιλιά Ιωακείμ. (Β’ Βασ. κδ’ 1)’

Αυτό το συμπέρασμα όμως δεν υποστηρίζεται από το βαβυλωνιακό χρονικό. Αντίθετα στο χρονικό αυτό φαίνεται πολύ έντονα πως η υποτέλεια του Ιωακείμ στη Βαβυλώνα άρχισε στο έτος ενθρόνισης του Ναβουχοδονόσορα, ή στο πρώτο έτος του και πως το τέταρτο έτος ήταν το έτος στο οποίο στασίασε ενάντια στη βαβυλωνιακή υποτέλεια. Για να καταδειχθεί αυτό είναι αναγκαίο να παραθέσουμε σπουδαία τμήματα του βαβυλωνιακού χρονικού, από το πρώτο ως το τέταρτο έτος του Ναβουχοδονόσορα.  

605/04 π.Χ Ιαν.-Φεβρ. 604

 

Στο ‘ετος της ενθρόνισης του’ ο Ναβουχοδονόσωρ επέστρεψε πάλι στη γη Χαττί και μέχρι το μήνα Σεβάτ προέλαυνε χωρίς αντίσταση διαμέσου της γης Χαττί, το μήνα Σεβάτ, εισέπραξε το βαρύ φόρο υποτέλειας από την περιοχή της Χαττί και τον έφερε στη Βαβυλώνα.

 

Μάϊος – Ιούνιος 604 Νοέμ. – Δεκ. 604

Στο πρώτο έτος του, στο μήνα Σιβάν, ο Ναβουχοδονόσωρ συγκέντρωσε το στράτευμά του και πήγε στην περιοχή Χαττί, μέχρι το μήνα Χισλεύ προέλαυνε χωρίς αντίσταση στη περιοχή Χαττί. Όλοι οι βασιλείς της γης Χαττί ήρθαν ενώπιον του και αυτός έλαβε το βαρύ φόρο υποτέλειας.

 

Απρίλιος Μάϊος 603

Στο δεύτερο (έτος), στο μήνα Ιγιάρ, ο βασιλιάς της Ακκάδ συγκέντρωσε ένα ισχυρό στράτευμα και (εξεστράτευσε στη γη Χαττί). (…..) κατέρριψε, μεγάλους αμυντικούς πύργους αυτός (…….) (……..) από το μήνα Ιγιάρ μέχρι το μήνα του … προέλαυνε χωρίς αντίσταση στη γη Χαττί.)

 

602 π.Χ

Στο τρίτο έτος του (… αυτός.)γε και (………) τη δέκατη τρίτη ημέρα του μήνα …..), ο Ναμπου-σούμα-λισίρ…………… ο βασιλιάς της Ακκάδ συγκέντρωσε τα στρατεύματα του και (εξεστράτευσε) στη γη Χαττί και (μετ)έφερε στην Ακκάδ πολλά (λάφυρα) από τη γη Χαττί.

 

601 π.Χ

Στο τέταρτο έτος του, ο βασιλιάς της Ακκάδ συγκέντρωσε το στράτευμα του και εξεστράτευσε στη γη Χαττί. Στη γη Χαττί προέλασαν χωρίς αντίσταση. Στο μήνα Χισλεύ ηγήθηκε του στρατεύματος του και εξεστράτευσε στην Αίγυπτο. Ο βασιλιάς της Αιγύπτου το άκουσε (αυτό) και συγκέντρωσε το στράτευμα του. Σε ανοιχτή μάχη αλληλοκτυπήθηκαν και προκάλεσαν μεγάλη καταστροφή ο ένας στον άλλο. Ο βασιλιάς της Ακκάδ και τα στρατεύματα του οπισθοχώρησαν και επέστρεψαν στη Βαβυλώνα.[8]

 

Από το χρονικό αυτό βλέπουμε πως ολόκληρη η περιοχή της Χαττί (Συρο-Παλαιστίνη) κατέστη φόρου υποτελής στο Ναβουχοδονόσορα από το έτος της ενθρόνισης του. Στο πρώτο δε έτος του Ναβουχοδονόσορα αναφέρεται κατηγορηματικά πως όλοι οι βασιλείς της περιοχής Χαττί ήταν φόρου υποτελείς σ’ αυτόν ώστε λογικά, δε μπορεί να εξαιρέθηκε ο Ιωακείμ. Το τέταρτο έτος, στο οποίο το βιβλίο βοήθημα υποθέτει πως άρχισε η υποτέλεια του Ιωακείμ στη Βαβυλώνα, είναι κατά πάσα πιθανότητα το έτος στο οποίο ο Ιωακείμ επαναστάτησε ενάντια στο Ναβουχοδονόσορα, επειδή εκείνο το έτος ο Ναβουχοδονόσωρ διεξήγαγε μάχη με την Αίγυπτο και φαίνεται πως και οι δύο υπέστησαν σημαντικές απώλειες. Ο Ναβουχοδονόσωρ όφειλε να επιστρέψει στη Βαβυλώνα, όπου παρέμεινε το πέμπτο έτος του ‘και συγκέντρωσε τις άμαξες και τους ίππους σε μεγάλους αριθμούς’.[9] Αυτή η ανεπιτυχής μάχη με την Αίγυπτο προφανώς ενθάρρυνε τον Ιωακείμ ν’ αποτινάξει το Βαβυλωνιακό ζυγό, θέτοντας έτσι τέρμα στα τρία χρόνια της υποτέλειας του στη Βαβυλώνα.[10]

Το Β’ Βασιλέων κδ’ 1-7 φαίνεται πως υποστηρίζει το παραπάνω συμπέρασμα. Το εδάφιο 1 αναφέρει ότι ‘εν ταις ημέραις αυτού (του Ιωακείμ) ανέβη Ναβουχοδονόσωρ, ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, και ο Ιωακείμ έγινε δούλος αυτού τρία έτη, έπειτα εστράφη και απεστάτησε κατ’ αυτού.’ Ως αποτέλεσμα τούτου ο Ιεχωβά (μέσω του Ναβουχοδονόσορα) ‘απέστειλεν (άρχισε ν’ αποστέλλει (ΜΝΚ)) εναντίον αυτού τα τάγματα των Χαλδαίων, και τα τάγματα των Συρίων, και τα τάγματα των Μωαβιτών, και τα τάγματα των υιών Αμμών και απέστειλεν (και εξακολούθησε να αποστέλλει (ΜΝΚ)) αυτούς εναντίον του Ιούδα δια να καταστρέψωσιν αυτόν, κατά τον λόγον του Κυρίου, τον οποίον ελάλησεν δια χειρός των δούλων αυτού, των προφητών.’ (εδάφιο 2). Ο τρόπος διατύπωσης αυτού του εδαφίου υποδηλώνει πως αυτά τα τάγματα ή ληστρικές ομάδες, εξακολουθούσαν να διενεργούν επιθέσεις στην περιοχή του Ιούδα για αρκετό καιρό, προδήλως για μερικά χρόνια. Ο Ιεχωβά ‘άρχισε’ να τους στέλνει και ‘εξακολούθησε να τους αποστέλλει’ ενάντια στον Ιούδα. Δεν πρόκειται για μια επίθεση μόνο, όπως εκείνη που μνημονεύεται στο Δανιήλ α’ 1, αλλά επήλθε ενάντια στον Ιούδα κατά κύματα επανειλημμένα. Συνεπώς, δε μπορεί να είχαν αρχίσει αυτές οι επιθέσεις στο τελευταίο έτος της βασιλείας του Ιωακείμ, αυτό επίσης απαιτεί ότι η ανταρσία του Ιωακείμ άρχισε νωρίτερα.

Μια άλλη γραμμή απόδειξης, που υποστηρίζει την κατά γράμμα – φυσική ανάγνωση του Δανιήλ α’ 1, είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με το Β’ Χρονικών λς’ 7,10 και 18. τα σκεύη του ναού μεταφέρθηκαν στη Βαβυλώνα σε τρεις διαδοχικές δόσεις:

  1. Την πρώτη φορά στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωακείμ, ο Ναβουχοδονόσωρ ‘έφερε εις Βαβυλώνα εκ των σκευών του οίκου του Κυρίου’ (Νεοελληνική Μετάφραση) ή ‘μερικά από τα σκεύη’ (εδάφιο 7 ΜΝΚ, Μετάφραση Μπάινγκτον, Βίβλος Ιερουσαλήμ).

  2. Τη δεύτερη φορά, φέρθηκαν στη Βαβυλώνα  μαζί με τον Ιωαχείν τα ‘εκλεκτά σκεύη του οίκου του Κυρίου’ (Νεοελληνική Μετάφραση) ή τα ‘επιθυμητά αντικείμενα’ ή ‘η πολύτιμη επίπλωση του οίκου του Ιεχωβά’. (εδάφιο 10, ΜΝΚ, Βίβλος Ιερουσαλήμ, Μετάφραση Μπάινγκτον).

  3. Την τρίτη φορά, φέρθηκαν στη Βαβυλώνα μαζί με το Σεδεκία ‘πάντα τα σκεύη του οίκου του Κυρίου’ (εδάφιο 18).

Από τα εδάφια αυτά μαθαίνουμε πως μερικά σκεύη φέρθηκαν στη Βαβυλώνα, στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωακείμ, κατά την εκτόπιση του Ιωαχείν πάρθηκαν τα εκλεκτά σκεύη, ενώ όλα τα υπόλοιπα σκεύη μεταφέρθηκαν στη Βαβυλώνα στο τέλος της βασιλείας του Σεδεκία. Από τις τρεις φορές, το Δανιήλ α’ 1,2 σαφώς αναφέρει την πρώτη, καθόσον τα εδάφια αυτά αναφέρουν πως ‘εν τω τρίτω έτει της βασιλείας του… Ιωακείμ’ ΄μέρος των σκευών του οίκου του Κυρίου’ (‘μερικά από τα σκεύη’ Μετάφραση Μπάινγκτον, Βίβλος Ιερουσαλήμ) έφερεν ( ο Ναβουχοδονόσωρ) εις την γην Σεναάρ, εις τον οίκον του Θεού αυτού…’. Και πάλι αυτό υποδηλώνει πως το Δανιήλ α’ 1,2 αναφέρεται σε μια εκτόπιση διαφορετική και προηγούμενη από εκείνη που έλαβε χώρα στο τέλος της βραχείας βασιλείας του Ιωαχείν. Αυτό παρέχει πρόσθετη υποστήριξη στο συμπέρασμα ότι η φράση ‘το τρίτο έτος της βασιλείας του Ιωακείμ εννοεί αυτό ακριβώς που λέει: το τρίτο και όχι το ενδέκατο έτος της βασιλείας του Ιωακείμ.

Τελικά, αν η εκτόπιση που μνημονεύεται στο Δανιήλ α’ 1 κ.λ.π. ταυτιστεί μ’ εκείνη που έλαβε χώρα στο τέλος της τρίμηνης βασιλείας του Ιωαχείν, γιατί ο Δανιήλ αναφέρει πως  ‘ο Κύριος παρέδωκεν εις την χείραν αυτού τον Ιωακείμ’, αντί για τον Ιωαχείν; (Δαν. α’ 2). Όταν ο Ιωαχείν αιχμαλωτίστηκε, ο Ιωακείμ ήταν ήδη νεκρός, περισσότερο από τρεις μήνες. (Β’ Βασ. κδ’ 8-17, Β’ Χρον. λς’ 9,10). Υπάρχει ακόμη απόδειξη που δείχνει πως ο Ιωακείμ ήταν ήδη νεκρός όταν ο Ναβουχοδονόσωρ, στο έβδομο έτος του, έφυγε από τη Βαβυλώνα για την πολιορκία της Ιερουσαλήμ που έληξε με την εκτόπιση του Ιωαχείν. Η απόδειξη έχει ως εξής:

Η πολιορκία της Ιερουσαλήμ από μέρους του Ναβουχοδονόσορα στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωαχείν, περιγράφεται και στο βαβυλωνιακό χρονικό Β.Μ. 21946. Αναφορικά με το έβδομο έτος του Ναβουχοδονόσορα το χρονικό αυτό λέει:

Το έβδομο έτος: στο μήνα Χισλεύ, ο βασιλιάς της Ακκάδ συγκέντρωσε το στράτευμα του και εξεστράτευσε στη Χαττού. Στρατοπέδευσε ενάντια στην πόλη του Ιούδα και τη δεύτερη μέρα του μήνα Αδάρ κυρίεψε την πόλη (και) αιχμαλώτισε το βασιλιά (της). Στην πόλη διόρισε βασιλιά δικής του εκλογής (και) εισέπραξε τον βαρύ φόρο υποτέλειας που τον μετέφερε στην Βαβυλώνα.’ [11]

Το στράτευμα του Ναβουχοδονόσορα έφυγε από τη Βαβυλώνα ‘το μήνα Χισλεύ’, που είναι ο ένατος μήνας και αιχμαλώτισε τον Ιωαχείν ‘τη δεύτερη μέρα του μήνα Αδάρ’, δηλαδή του δωδέκατου μήνα.[12] Αυτό σημαίνει πως, ακόμη και αν το στράτευμα της Βαβυλώνας έφυγε από τη Βαβυλώνα στην αρχή του ένατου μήνα (Χισλεύ), το μεσοδιάστημα ανάμεσα στη μέρα που η πόλη κυριεύθηκε και ο βασιλιάς της (ο Ιωαχείν) αιχμαλωτίστηκε, στην αρχή του δωδέκατου μήνα (Αδάρ), ήταν το πολύ τρεις μήνες.[13] Εφόσον, ο Ιωαχείν βασίλευσε ‘τρεις μήνας και δέκα ημέρας’ (Β’ Χρον. λς’ 9), προδήλως ήταν ήδη βασιλιάς από μερικές μέρες όταν ο Ναβουχοδονόσωρ έφυγε από τη Βαβυλώνα, το μήνα Χισλεύ. Αν η πολιορκία που περιγράφεται στο Δανιήλ α’ 1 κλπ. αναφέρονταν σ’ αυτή την πολιορκία, που έλαβε χώρα στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωαχείν, πώς θα μπορούσε να λεχθεί ότι στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωακείμ (Δαν. Α’ 1) ο Ναβουχοδονόσωρ ‘ανέβη εναντίον αυτού’ (Β’ Χρον. λς’ 6) και ότι ‘ο Κύριος παρέδωκε εις την χείρα αυτού τον Ιωακείμ’ (Δαν. Α’ 2), εφόσον ο Ιωακείμ ήταν ήδη νεκρός, όταν ο Ναβουχοδονόσωρ έφυγε από τη Βαβυλώνα; Ξεκάθαρα, είναι αδύνατη η ταύτιση της πολιορκίας που περιγράφεται στο Δαν. α’ 1 κλπ. μ’ εκείνη που έλαβε χώρα στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωαχείν (Β’ Βασ. κδ’ 10-12, Β’ Χρον. κς’ 10). Προφανώς ο Δανιήλ περιγράφει μια προηγούμενη πολιορκία και μια πρότερη εκτόπιση που έλαβαν χώρα στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωακείμ. Δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε πως το "τρίτο έτος" του Δαν. α’ 1 σημαίνει τίποτε το διαφορετικό από το τρίτο έτος της βασιλείας του Ιωακείμ. Δεν υπάρχει απολύτως καμία απόδειξη, είτε στο βιβλίο του Δανιήλ είτε σε άλλα βιβλία της Βίβλου ή στα Νεο-Βαβυλωνιακά ιστορικά κείμενα της εποχής, πως τα έτη της βασιλείας ενός βασιλιά αριθμούνταν με αφετηρία τον καιρό κατά τον οποίο αυτός τάχθηκε σε υποτέλεια ή από την άνοδο του Ναβουχοδονόσορα σε παγκόσμια κυριαρχία. Τέτοιες θεωρίες δεν είναι τίποτε περισσότερο από αβάσιμες εικασίες, που υιοθέτησαν στην προσπάθεια και μόνο να προασπισθεί μια σφαλερή εφαρμογή των εβδομήντα ετών δουλείας που προείπε ο Ιερεμίας.

Όμως τι θα λεχθεί για τα τρία χρόνια εκπαίδευσης στα οποία αναφέρονται τα εδάφια Δαν. α’ 5,18 και που φαίνονται να συγκρούονται με τη φυσική – κατά γράμμα- ανάγνωση των εδαφίων Δαν. α’ 1 και β’ 1; Δεν υπάρχει πιο απλός τρόπος να επιλυθεί η φαινομενική αυτή αντίφαση; Αλλά χρειάζεται να υποθέσουμε πως στο Δαν. α’ 1 ο προφήτης Δανιήλ απαριθμούσε τα έτη της βασιλείας του Ιωακείμ με αφετηρία την αρχή της υποτέλειας του στη Βαβυλώνα, ενώ στο Δαν. β’ 2 αριθμούσε τα έτη της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα με αφετηρία το έτος ανόδου του σε παγκόσμια κυριαρχία; Γιατί θα έπρεπε ο Δανιήλ να παρουσιάσει τον αριθμό των ετών βασιλείας αυτών των δύο βασιλέων μ' ένα τέτοιο τρόπο που προκαλεί σύγχυση, γνωρίζοντας αναμφίβολα πως οι αναγνώστες του θα παρανοούσαν όσα έγραφε; Γιατί δε χρησιμοποιεί τον ίδιο παράξενο τρόπο υπολογισμού και σε άλλα μέρη του βιβλίου του, όπως για παράδειγμα στο ζ’ 1, στο η’ 1 στο θ’ 1 και στο ι’ 1, όπου ακολουθεί τη συνήθη μέθοδο των ετών βασιλείας; Προτού υιοθετηθούν τέτοιες παρατραβηγμένες εξηγήσεις, δε θα έπρεπε ν’ αναζητηθεί μια πιο απλή και πιο φυσική λύση;

Έχει ήδη καταδειχθεί στο Παράρτημα ‘Α’ πως δεν υπάρχει πραγματική σύγκρουση στο ‘τρίτο έτος του Ιωακείμ’ (Δαν. α’ 1) και στο ‘τέταρτο έτος’ του Ιερεμίας κε’ 1 και μς’ 2. Όταν ληφθούν υπόψη τα συστήματα υπολογισμού ή μη των ετών ενθρόνισης, αυτή η διαφορά του ενός έτους κατανοείται εύκολα.[14] Η λύση αυτή εφαρμόζεται προκειμένου και για τη φαινομενική σύγκρουση ανάμεσα στα ‘τρία χρόνια εκπαίδευσης’ και στο Δανιήλ β’ 1. Αν το Δανιήλ α’ 1 αναφέρεται στο έτος ενθρόνισης του Ναβουχοδονόσορα (σύμφωνα με το βαβυλωνιακό χρονικό), το ‘δεύτερο έτος’ του, στο Δανιήλ β’ 1, μπορεί να θεωρηθεί ως το τρίτο έτος της εκπαίδευσης των Εβραίων αιχμαλώτων. Σύμφωνα με τον εβραϊκό τρόπο υπολογισμού των περιόδων χρόνου, κατά τον οποίον τμήματα περιόδων χρόνου υπολογίζονται ως ολόκληροι περίοδοι, αυτό σημαίνει τρία χρόνια.[15] Τα τρία χρόνια δεν είναι κατ’ ανάγκη τρία πλήρη χρόνια. Ο Δρ. Γιανγκ παρουσιάζει τον ακόλουθο πίνακα [16] :

 

ΕΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΝΑΒΟΥΧΟΔΟΝΟΣΩΡ

Πρώτο έτος

Έτος ενθρόνισης

Δεύτερο έτος

Πρώτο έτος

Τρίτο έτος

Δεύτερο έτος

 

 Εφαρμόζοντας στο προκείμενο πρόβλημα αυτή την απλή και βιβλική μέθοδο, επιλύνεται η φαινομενική σύγκρουση, χωρίς αστήριχτες θεωρίες και παρατραβηγμένες ερμηνείες. Πολλοί σύγχρονοι λόγιοι της Βίβλου, που δέχονται το βιβλίο του Δανιήλ αυθεντικό, έχουν υιοθετήσει αυτή την απλή λύση. Από μέρους του ο Γκέραντ Φ. Χέιζελ λέει:

‘Δεν είναι πλέον αναγκαίο να προσφύγουμε σε διόρθωση του κειμένου (Χ. Έβαλντ, Α. Κάμφαουζεν, Τζ. Ντ. Πρινς, Κ. Μαρτί και Τζ. Ζαν) ή στη λύση πως πρόκειται για διπλό τρόπο απαρίθμησης ή υπολογισμού (Σ. Μπ. Μικαέλις, Τζ. Μπέρμαν), προκειμένου να ερμηνευθεί και υπερπηδηθεί η δυσκολία που υφίσταται ανάμεσα στο Δανιήλ β’ 1 και στο α’ 1, 18. Η εφαρμογή του περιεκτικού υπολογισμού (κατά τον οποίον όταν ένα γεγονός περιλαμβάνει τμήμα ενός έτους τότε ολόκληρο το έτος υπολογίζεται στο γεγονός αυτό), μαζί με την αναγνώριση του τρόπου καταλογισμού του έτους ενθρόνισης του βασιλιά – το οποίο δεν καταμετρούνταν  στα έτη βασιλείας του – αφαιρεί όλες τις δυσκολίες’ [17]


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Great Pyramid Passages. H πρώτη έκδοση κυκλοφόρησε τα έτη 1912 και 1913 και διανεμήθηκε από την Εταιρεία Σκοπιά. Επανεκδόθηκε το 1924, με μερικές προσθήκες από μέρους του Μόρτον Έντγκαρ. ( Ο Τζων Έντγκαρ πέθανε το 1910). Οι παρατηρήσεις εδώ προέρχονται από την έκδοση του 1924.

2. Όπ. παρ., σελ. 31 και σελ. 28, υποσημείωση 4. – Ότι αυτή η ‘’ λύση’’ είχε παρθεί από κάποιον προηγούμενο συγγραφέα φαίνεται από το γεγονός ότι ο Δρ. E.W.Hengstenberg αναφέρεται σ' αυτήν στο έργο του Die Authentie des Daniels und die Integritat des Sacharjah (Berlin, 1831), σελ.54. Ο Δρ. Hengstenberg απορρίπτει την ιδέα επειδή (1) δεν υπάρχει καμία απόδειξη πως τα έτη της Βασιλείας του Ιωακείμ υπολογίζονταν μ' αυτόν τον περίεργο τρόπο, (2) αποτελεί αβάσιμη υπόθεση που δεν υποστηρίζεται στη Βίβλο ή οπουδήποτε αλλού, πως δηλ. η πρώτη πολιορκία της Ιερουσαλήμ από το Ναβουχοδονόσορα συνέβη στο όγδοο έτος του Ιωακείμ, και (3) αυτή η λεγόμενη ‘’λύση’’ συγκρούεται χωρίς διέξοδο με το Δανιήλ Β΄,1.

3. John and Norton Edgar Great Pyramid Passages (Kείμενο της Μεγάλης Πυραμίδας), Τομ. ΙΙ, σελ.32.

4. The Bible on our Lord’ s Return.

5. Εξηρτισμένοι δια Παν Έργον Αγαθόν, σελ.227.

6. Όπ. παρ., σελ.226,227. Και αυτή επίσης είναι παλαιότερη ιδέα. Ο Hengstenberg (σελ.54) την απορρίπτει επειδή δεν ‘’υφίσταται ούτε ελάχιστο ίχνος’’ ενός τέτοιου υπολογισμού των ετών της Βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα, οπουδήποτε.

7. Οπ. παρ.σελ.227.

8. D. J. Wiseman, Chronicles of the Chaldean Kings (Xρονικά των Χαλδαίων Βασιλέων), (London: Trustees of the British Museum, 1961), σελ. 69-71.

9. Οπ.παρ., σελ.71.

10. ‘’Αυτή η μάχη πρέπει να οφείλεται στην από μέρους του Ιωακείμ αλλαγή υποταγής, κατακρατώντας το φόρο υποτέλειας από τη Βαβυλώνα και, προφανώς συμμαχώντας με την Αίγυπτο. ‘’J.P.Hyatt, New Light on Nabuchadnezzar and Judean History στο Journal of Biblical Literature 75 (1956), σελ.281.

11. A.K.Grayson, Assyrian and Babylonian Chronicles (New York: J.J.Augustin Publisher, 1975), σελ.102. To Χρονικό συμφωνεί πλήρως με την περιγραφή αυτής της πολιορκίας όπως τη δίνει η Βίβλος. Βλ. για παράδειγμα, το Β΄ Χρονικών λς΄ 9,10.

12. Οι Βαβυλώνιοι είχαν ένα δεύτερο Ουλουλού (εμβόλιμο μήνα) στο έβδομο έτος του Ναβουχοδοόσορα. Έτσι, ενώ κανονικά οι μήνες Χισλεύ και Αδάρ θα ήταν οι ένατος και δωδέκατος ημερολογιακοί μήνες, εκείνο το έτος ήταν οι δέκατος και δέκατος τρίτος αντίστοιχα. Το γεγονός αυτό δεν επηρεάζει την παραπάνω συζήτηση.

13. Αν το Βαβυλωνιακό στράτευμα έφευγε από τη Βαβυλώνα λίγο μετά από την άνοδο του Ιωαχείν στό θρόνο, η πολιορκία πρέπει να διήρκησε πολύ λίγο, δύο μήνες το πολύ και πιθανώς λιγότερο, καθόσον ο χρόνος που χρειαζόταν το στράτευμα για να βαδίσει από την Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ πρέπει να αφαιρεθεί από τους τρεις μήνες που είναι η χρονική διάρκεια από τον Χισλεύ μέχρι τον Αδάρ. Η πορεία του στρατεύματος χρειάστηκε τουλάχιστον ένα μήνα. Όμως, είναι πιθανόν πως ένα μέρος του στρατεύματος είχε φύγει από τη Βαβυλώνα νωρίτερα, εφόσον το Β΄ Βασιλέων κδ΄10,11 υποδηλώνει πως ο Ναβουχοδονόσορ έφθασε στην Ιερουσαλήμ λίγο μετά από την έναρξη της πολιορκίας. Αιτία της μικρής διάρκειας της πολιορκίας ήταν η παράδοση του Ιωαχείν στο Ναβουχοδονόσορα στις 2 του Αδάρ ή 16 Μαρτίου του έτους 597 π.Χ., κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο. (Β΄ Βασιλέων κδ΄12). Για μια θαυμάσια συζήτηση αυτής της πολιορκίας, βλ. William H.Shea, Nebuchadnezzar’ s Chronicle and the date of the Dest uction of Lachish I I I (Το χρονικό του Ναβουχοδονόσορα και η χρονολογία της καταστροφής της Λαχείς ΙΙΙ) στο Palestine Exploration Quarterly, (Τρίμηνο Περιοδικό Παλαιστινιακών Εξευρευνήσεων) Νο,111, (1979), σελ.113 κ.λ.π.

14. Μία λαμπρή συζήτηση αυτού του προβλήματος μπορεί να βρεθεί στο άρθρο του Albertus Pieters, The Third Year of Jehoiakim (To τρίτο Έτος του Ιωακείμ) στο βιβλίο Fromthe Pyramids to Paul (Από τις πυραμίδες ως τον Παύλο) (New York:Thomas Nelson and Sons, 1935).

15. Aυτός ο τρόπος μέτρησης χρονικών περιόδων συχνά ονομάζεται ‘’περιεκτικός υπολογισμός’’ (inclusive reckoning). Το καλύτερο παράδειγμα μιας τέτοιας μέτρησης αποτελεί η περίοδος του θανάτου του Ιησού από το απόγευμα της παρασκευής ως την ανάστασή του, το πρωί της Κυριακής. Αν και χρονολογικά η περίοδος αυτή ήταν λίγο περισσότερο από μια μέρα και δύο νύχτες, οι συγγραφείς της Βίβλου αναφέρονται σ' αυτήν ως’’ τρεις μέρες’’ (Ματθ. κζ΄ 63, Μάρκ. ι΄ 34) – μάλιστα δε ‘’τρεις μέρες και τρεις νύχτες’’ (Ματθ. ιβ΄40). Ορθά η Εταιρεία Σκοπιά αποδίδει στις φράσεις αυτές τη σημασία ‘’τμήμα κάθε μέρας εκ τριών ημερών’’. (Βοήθημα, σελ.428,429). Ένα άλλο παράδειγμα αποτελεί η περίοδος της πολιορκίας της Σαμάρειας, που η έναρξή της φαίνεται στο Β΄ Βασιλέων ιη΄ 9. Αν και διήρκησε από το έβδομο ως το έννατο έτος του Ωσηέ, αναφέρεται πως διήρκησε ‘’τρία χρόνια’’. Για επιπρόσθετα παραδείγματα, βλ. Edwin R. Thiele, The Mysterious Numbers of the Hebrew Kings (Chicago:The University of Chicago Press, 1951), σελ.31, υποσημείωση 12.

16. Εdward J. Young, The Prophecy of Daniel (H Προφητεία τουΔανιήλ), (Grand Rapids:Wm.B.Eerdman’ s Publishing Co.,1949), σελ.55,56.

17. Gerhard F. Hasel, The First and the Third Year of Belshazzar (Tο πρώτο και το Τρίτο Έτος του Βαλτάσαρ) στις Andrew’s University Seminary Studies, Τομ.ΧV, No.2, 1979, σελ.167.
 

Περιεχόμενα

Δημιουργία αρχείου: 15-3-2006.

Τελευταία ενημέρωση: 22-3-2006.

Πάνω